Geneva 2015: Toyota Mirai

Με τις πωλήσεις στην Ιαπωνία να έχουν ξεκινήσει ήδη από το Δεκέμβριο, το Toyota Mirai φτάνει και στην Ευρώπη μέχρι το τέλος του καλοκαιριού. Η πανευρωπαϊκή του πρεμιέρα γίνεται αυτές της ημέρες στην έκθεση αυτοκινήτου της Γενεύης.

Το Mirai σηματοδοτεί το ξεκίνημα μιας νέας εποχής στην αυτοκίνηση, αφού χρησιμοποιεί για καύσιμο το υδρογόνο, μία σημαντική μελλοντική πηγή ενέργειας, το οποίο παράγει ηλεκτρική ενέργεια για την κίνηση του οχήματος. Ως αποτέλεσμα το Toyota Mirai πετυχαίνει ανώτερες περιβαλλοντικές επιδόσεις με την άνεση και την οδηγική απόλαυση ενός συμβατικού αυτοκινήτου. Το Mirai χρησιμοποιεί το Toyota Fuel Cell System (TFCS), ένα συνδυασμό κυψελών καυσίμου με υβριδική τεχνολογία, το νέο FC Stack -πατέντα της Toyota- και ρεζερβουάρ υδρογόνου υψηλής πίεσης. Το Mirai ικανοποιεί όλες τις προσδοκίες από ένα αυτοκίνητο επόμενης γενιάς: άμεσα αναγνωρίσιμη σχεδίαση, οδηγική απόλαυση με χαμηλό κέντρο βάρους και αθόρυβη αλλά δυναμική επιτάχυνση από το ηλεκτρικό μοτέρ με απόδοση 115 ίππων.
Το υδρογόνο μπορεί να παράγεται από μία μεγάλη ποικιλία φυσικών πόρων και τεχνητών υποπροϊόντων όπως η λυματολάσπη. Επίσης μπορεί να δημιουργηθεί από νερό χρησιμοποιώντας ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η ηλιακή και η αιολική. Όταν συμπιέζεται έχει υψηλότερη ενεργειακή πυκνότητα από τις μπαταρίες, ενώ αποθηκεύεται και μεταφέρεται σχετικά εύκολα, επομένως υπάρχουν προσδοκίες για πιθανή μελλοντική χρήση στην παραγωγή ηλεκτρισμού και σε μία ευρεία γκάμα λοιπών εφαρμογών. Τα FCVs παράγουν ηλεκτρισμό από υδρογόνο, που σημαίνει ότι μπορούν να συμβάλλουν στην υλοποίηση μιας μελλοντικής κοινωνίας βασισμένης στο υδρογόνο και επομένως αναμένεται να επιταχύνουν την ενεργειακή διαφοροποίηση.
Το λανσάρισμα του Toyota Mirai στην Ευρώπη θα γίνει το Σεπτέμβριο, αρχικά στις αγορές τις Αγγλίας, της Γερμανίας και της Δανίας, ενώ περισσότερες αγορές θα προστεθούν για το 2017 (αρκεί να υπάρχουν σταθμοί ανεφοδιασμού με υδρογόνο). Η τιμή του στη Γερμανία θα είναι περίπου 66.000 ευρώ προ φόρων, ενώ ο στόχος των πωλήσεων υπολογίζεται στα 50 έως 100 οχήματα ανά έτος για τα δύο πρώτα χρόνια.